Διανύοντας τα πρώτα βήματα επανέναρξης της καθημερινότητας, πλησιάζει ταυτόχρονα η ώρα για να μετρήσουμε τις ζημιές προκάλεσε μέχρι τώρα η πανδημία σε επιχειρηματικό και δημοσιονομικό επίπεδο, να προβλέψουμε (όσον είναι δυνατόν) τις εξελίξεις στην αγορά και να φροντίζουμε να μην πάει χαμένη η ευκαιρία που δημιούργησε αυτό το πρωτοφανές γεγονός.
Δημοσιονομικά, είναι δεδομένη η καταγραφή σημαντικής ύφεσης για το 2020. Η ένταση και η διάρκειά της, είναι κάτι που τρομάζει και ανησυχεί από την αρχή της πανδημίας. Μετά από μια δεκαετία βαθειάς ύφεσης, η αγορά δεν αντέχει ένα νέο ισχυρό πλήγμα. Μετά από μια δεκαετία που «πυροβολείται» το επιχειρείν, που η αγοραστική δύναμη και η ψυχολογία των καταναλωτών έχει φτάσει στο ναδίρ, που η μία λανθασμένη απόφαση για τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις διαδέχεται την άλλη, χωρίς προγραμματισμό και πλάνο, που το τραπεζικό σύστημα έχει πάψει εδώ και χρόνια να λειτουργεί ως τέτοιο, δεν υπάρχει περιθώριο για λάθος επιλογές από το ανωτέρω τρίπτυχο: Κυβέρνηση, Τράπεζες, Επιχειρήσεις.
Η πρώτη δείχνει (πάντα κρατάμε μικρό καλάθι) να έχει αντιληφθεί την πρόκληση. Τα μέτρα στήριξης της υγείας, της απασχόλησης και της ρευστότητας των επιχειρήσεων τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη, εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στα 24 δις. ευρώ. Έπονται οι αναμενόμενοι πόροι από το συγχρηματοδοτούμενο κομμάτι του ΕΣΠΑ, από διάφορα άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα και από το, κομβικής σημασίας, πρόγραμμα SURE. Από το συγκεκριμένο πρόγραμμα η Ελλάδα επιδιώκει να λάβει πάνω από 1,5 δισ. ευρώ, ποσό που θα αξιοποιηθεί για την επιδότηση της απασχόλησης. Τέλος, αναμένονται τα μέτρα για την εστίαση και τον τουρισμό που καίει κυριολεκτικά, χιλιάδες επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Η ώρα των αποδείξεων και των ευκαιριών έφτασε λοιπόν για την Πολιτεία να δείξει έμπρακτα, χρησιμοποιώντας και επιμερίζοντας σωστά όλα τα διαθέσιμα εργαλεία και συνεργαζόμενη με τα τραπεζικά ιδρύματα, να ελέγξει την πρόοδο των χορηγήσεων και τις επιδόσεις των τραπεζών στην επιβεβλημένη, άμεση χορήγηση ρευστότητας στην Οικονομία.
Οι τράπεζες από την πλευρά τους, ήρθε η ώρα να «κερδίσουν» πάλι την εμπιστοσύνη των πελατών, να αυξήσουν το πελατολόγιό τους, να βγουν από την εσωστρέφεια, να κατανοήσουν ότι μόνο με τις προμήθειες από λογής λογής δευτερογενή προϊόντα δε μπορεί να γίνουν ποτέ πάλι υγειείς αν δε χρηματοδοτήσουν (ορθά πάντα) τις επιχειρήσεις και αν δεν λειτουργήσουν εν γένει, ως τραπεζικά ιδρύματα.
Οι συνθήκες ρευστότητας είναι πολύ καλύτερες λόγω των παρεμβάσεων της ΕΚΤ, οι καταθέσεις αυξάνουν, ενώ πολύ σημαντική για την απελευθέρωση κεφαλαίων είναι και η διευκόλυνση από πλευράς επόπτη για τη μείωση του ελάχιστου απαιτούμενου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 11,50%.
Μέχρι της 12/5/20 θα αναρτηθεί η πρόσκληση προς τις Τράπεζες, θα ακολουθήσει η υπογραφή των συμβάσεων και από το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαΐου αναμένεται να ενεργοποιηθεί το Ταμείο από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα (ΕΑΤ).
Στις 9/5/20 αναρτήθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η απόφαση σύστασης του Ταμείου Εγγυοδοσίας, με αρχικό “κουμπαρά” 1,25 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο θα διπλασιαστεί το αμέσως προσεχές διάστημα και με τη μόχλευση θα φθάσει τα 7 δισ. ευρώ.
Οι εγγυήσεις που δίνονται είναι μεγάλες. Όσον κι αν φοβούνται μια νέα γεννιά κόκκινων δανείων, το 80% εγγύηση των δανείων είναι επαρκέστατο. Ναι, δε βαραίνει μόνο αυτές η ευθύνη για τη σημερινή εικόνα. Ναι, βγήκαν από τη διατραπεζική αγορά βιαίως πριν δέκα χρόνια. Ναι, έχασαν μεγάλο μέρος καταθέσεων. Ναι, δημιουργήθηκε τεράστιος όγκος κόκκινων δανείων που διακρατεί ρευστότητα. Μπορούμε να πούμε πολλά. Ήρθε η ώρα όμως να μην είναι «συνεργάτες» των επιχειρήσεων μόνο στα εύκολα αλλά και στα δύσκολα. Τα κεφάλαια που καλούνται να ρίξουν πάρα πολλά, με συγκεκριμένου σκοπούς και τακτικές όπως «επιλογή συγκεκριμένων εταιριών για χρηματοδότηση» ή ζήτηση για «ισόποση δέσμευση μετρητών με το μη εγγυημένο κεφάλαιο», είναι τουλάχιστον αστείες και δε βοηθούν στη συγκεκριμένη οικονομική συγκυρία.
Οι επιχειρήσεις τέλος, μπορούν για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, να έχουν πρόσβαση σε πραγματική και ισχυρή χρηματοδότηση, που δε θα δινόταν αν δε συνέβαινε η δυσάρεστη συγκυρία.
Συγκεκριμένα, στηρίζονται κατά περίπτωση, με:
- Μετάθεση δόσεων κεφαλαίου (χρεολύσια) των δανείων για την περίοδο 1/3/2020 έως 31/12/2020.
- Επιδότηση τόκων β’ τριμήνου 2020 των υφιστάμενων δανείων.
- Συγχρηματοδοτούμενα δάνεια μέσω του Ταμείου Επιχειρηματικότητας, για ποσά έως €500.000€, με μηδενικό επιτόκιο για τα πρώτα 2 χρόνια.
- Παράταση ημερομηνίας λήξης επιταγών κατά 75 ημέρες.
- Χρηματοδοτήσεις για εφάπαξ κεφάλαιο κίνησης, με την εγγύηση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.
- Δάνεια με την εγγύηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, σε ποσοστό 80% για ποσά έως €150 χιλ. ή σε ποσοστό 50% για ποσά έως €3 εκατ.
- Χρηματοδοτήσεις, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ).
- Δάνεια για τις επιχειρήσεις αγροδιατροφής και βιοοικονομίας μέσω του προγράμματος «Loan for Agriculture & Bioeconomy», σε συνεργασία με την ΕΤΕπ.
Ήρθε η ώρα λοιπόν και για αυτές, να κινηθούν σωστά ώστε να λάβουν όλα αυτά τα κεφάλαια αρχικά και στη συνέχεια να εκπονήσουν (και να ακολουθήσουν) ένα ρεαλιστικό πλάνο βιωσιμότητας και ανάπτυξης, εξωστρέφειας, εκσυγχρονισμού του marketing και αύξησης του κύκλου εργασιών και τέλος κατάλληλης αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού τους.
Η κρίση γεννάει ευκαιρίες και μέσα στην άσχημη ατυχή συγκυρία, ήρθε η ώρα για όλους να αποδείξουμε ότι μπορούμε να τις εκμεταλευτούμε
Μιχάλης Χατζηαντωνίου
Οικονομολόγος – Διευθυντής Επιχειρηματικής Ανάπτυξης Prestige Business